Είμαι 38 χρονών, παντρεμένη και μαμά 3 υπέροχων κοριτσιών (4 χρ., 3 χρ. και 10 μηνών). Με τον άντρα μου γνωριστήκαμε στο εξωτερικό πριν 10 χρόνια. Εγώ φοιτήτρια, αυτός μη Έλληνας και χωρισμένος πατέρας ενός 10χρονου αγοριού τότε. Ερωτευθήκαμε τρελλά και απολαμβάναμε κάθε στιγμή που ήμασταν μαζί. Το γεγονός ότι ο άνθρωπός μου ήταν χωρισμένος με παιδί καθόλου δεν με ένοιαξε.
Εν αντιθέσει με την μητέρα μου, η οποία απειλούσε ότι θα πεθάνει,
επειδή ο άνθρωπός με τον οποίο ήμουν μαζί και ήμουν ευτυχισμένη, είχε – σύμφωνα
με την γνώμη της- τρία κακά: 1. δεν ήταν Έλληνας 2. ήταν χωρισμένος 3. είχε ήδη
παιδί. Εγώ όμως αγνόησα και μάνα και πατέρα και όλους και συνέχισα με τον
άνθρωπο που με έκανε απόλυτα ευτυχισμένη.
Τον Νοέμβριο του 2007 μου
έκανε την πιο ρομαντική πρόταση γάμου (μετά απο περίπου 2 χρόνια που ήμασταν
μαζί) στην Ακρόπολη, όπου είχαμε πάει ταξίδι για να του γνωρίσω τις ομορφιές
της Ελλάδος μας. Με τον αρραβώνα μας το πήρε απόφαση και η μάνα μου και δέχθηκε
να τον γνωρίσει. Την απόλυτη όμως ευτυχία την κατακεραύνωσε ένα γεγονός που
γύρισε την ζωή όλων μας τούμπα. Στον
10χρονο γιο του τότε αρραβωνιαστικού μου και σημερινού συζύγου μου διαγνώστηκε
κακοήθης όγκος στο κεφάλι. Τα λόγια μικρά να περιγράψω τον πόνο, την
πίκρα, την αγανάκτηση, την οργή και όλα αυτά τα συναισθήματα που κάποιος
νιώθει, όταν μαθαίνει ότι ο καρκίνος χτυπάει έναν δικό του άνθρωπο και
χειρότερα: το ίδιο σου το παιδί.
Έβλεπα τον άνθρωπό μου να
καταρρέει μέρα με τη μέρα, να εγκαταλείπει δουλειά και υποχρεώσεις και να
βρίσκεται μέρα και νύχτα στο νοσοκομείο, στο προσκεφάλι του μικρού ήρωα, να
μιλάει μαζί του, να παίζει μαζί του, να προσπαθεί να τον κάνει να γελάσει, να
του δώσει κουράγιο και να προσπαθήσει να τον πείσει κάτι που και ο ίδιος βαθιά
μέσα του δεν πίστευε: ότι θα νικήσει τον καρκίνο. Δυστυχώς. Μετά από ένα χρόνο με χημειοθεραπείες,
νοσοκομεία και ταλαιπωρίες, η άτιμη αυτή αρρώστια κέρδισε και ο μικρός Τίγρης
(έτσι αποκαλούσε ο άντρας μου τον γιο του) άφησε την τελευταία του πνοή, 2
βδομάδες πριν κλείσει τα 12 του γενέθλια.
Θυμάμαι τον εαυτό μου τότε
να μην ζει, απλά να λειτουργεί. Να τρέχω το πρωί στην δουλειά, μετά στο
νοσοκομείο, να βλέπω τον άνθρωπό μου σε κακά χάλια και να μην μπορώ να κάνω
τίποτα για να τον βοηθήσω. Τις στιγμές που έφευγε από το νοσοκομείο και ερχόταν
σπίτι να φάει κάτι ήμουν εκεί, να του δίνω κουράγιο. Και τα βράδια μιλούσαμε
στο τηλέφωνο, αυτός στο νοσοκομείο και γω σπίτι, να ΄του δίνω δύναμη και
κουράγιο. Του είχα πει τότε ότι μόνο μια έγνοια πρέπει να έχει: τον γιο του.
Εγώ θα τακτοποιήσω τα υπόλοιπα. Όπως και έγινε.
Ανέλαβα όλες τις
υποχρεώσεις, όλες τις χαρτούρες, την σχολή, που είχε ανοίξει και παράλληλα
δούλευα οκτάωρο. Και κάθε βράδυ να προσπαθώ να κοιμηθώ, κατάκοπη αλλά τα δάκρυα
να μην το επιτρέπουν. Με τον θάνατο
του μικρού άλλαξε και ο άνθρωπός μου: έγινε απότομος, νευρικός, ξεσπούσε πάνω
μου (δεν με χτύπησε, να το ξεκαθαρίσουμε αυτό) με φώναζε χωρίς λόγο, με έδιωχνε
από κοντά του. Εκείνο το διάστημα χωρίσαμε πάνω από 40 φορές. Άρχισε να πίνει!
Αυτός, που ως αθλητής και διεθνώς
διακεκριμένος μάλιστα πρωταθλητής πολεμικών τεχνών, δεν ήξερε μέχρι τότε τι
γεύση είχε το αλκοόλ. Χανόταν για μέρες, χωρίς να δίνει σημεία ζωής και γω
να τρελαίνομαι από την αγωνία ότι μπορεί και να έδωσε τέλος στη ζωή του. Και
όμως εγώ δεν το έβαλα κάτω. Έμεινα εκεί, δίπλα του, να τον στηρίζω και να
ανέχομαι όλα αυτά, που θα έκαναν μια άλλη γυναίκα να φύγει. Έμεινα εκεί και
πάλεψα μόνη μου, να σώσω την σχέση μου. Δεν υπήρχε περίπτωση να τον άφηνα. Όχι
έτσι, όχι εκείνη την χρονική στιγμή.
Κατάλαβα ότι ο θυμός του
απέναντί μου δεν ήταν τίποτα άλλο παρά η πληγωμένη του ψυχούλα, που
αιμορραγούσε επειδή έχασε το σπλάχνο του, τον μονάκριβό του γιο. Το αγοράκι που
είχε επίσης διακριθεί στις πολεμικές τέχνες. Το αγοράκι που ήταν το στήριγμα
του, που του έδινε δύναμη, που τον λάτρευε σαν πατέρα. Η οικογένεια του
άντρα μου άφαντη. Μια μάνα, ένας πατέρας και επτά αδερφές, που εγκατέλειψαν τον
άντρα μου στην χειρότερη στιγμή της ζωής του. Που το τηλέφωνο του χτύπησε μόνο
για τα συλλυπητήρια και μετά άφαντοι: όλοι τους. Τον άφησαν μόνο μέσα στον πόνο
του. Να έκανα και γω το ίδιο; ΟΧΙ, ΟΧΙ και πάλι ΟΧΙ. Εγώ έμεινα και υπέμεινα.
Εγώ του στάθηκα και του συμπαραστάθηκα. Εγώ πάλεψα και νίκησα.
Και ναι! Σήμερα είμαι
ακόμη με αυτόν τον άντρα και είμαι ευτυχισμένη. Κάναμε οικογένεια και είναι
ένας υπέροχος πατέρας και ένας αξιολάτρευτος σύζυγος: αυτός ετοιμάζει και
πηγαίνει τα παιδιά στον παιδικό, για να μπορώ εγώ να πάω στην δουλειά μου.
Αυτός σηκώνεται τα βράδια να τα σκεπάσει και να τα παρηγορήσει αν κλαίνε. Αυτός
παίρνει συνήθως άδεια και μένει σπίτι όταν ο παιδικός έχει αργία. Αυτός με
βοηθάει και στις δουλειές του σπιτιού. Αυτός γέμισε το σπίτι με ροδοπέταλα, με
κεριά και έντυσε τα παιδιά με τα καλά τους ρούχα επειδή κλείναμε 10 χρόνια που
ήμασταν μαζί. Και ‘γω γύρισα από την δουλειά χωρίς να έχω ιδέα και είδα αυτό το
σκηνικό και μόνο έκλαιγα από ευτυχία.
Αυτός με αγκάλιασε και μου
είπε: «Σε ευχαριστώ για όλα αυτά τα χρόνια. Σε ευχαριστώ για τα υπέροχα αυτά
παιδιά. Σε ευχαριστώ που μου έσωσες την ζωή».
Μαριάννα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου