Το ‘χω βαρεθεί αυτό το δωμάτιο. Αλήθεια. Η μαμά μου λέει πως
δεν πρέπει να έχω παράπονο αλλά να, εγώ ώρες- ώρες δεν μπορώ να κάνω αλλιώς. Η
μαμά λέει πως δεν πρέπει να γκρινιάζω αλλά να χαίρομαι και να χαμογελώ όσο πιο
πολύ μπορώ.
Δεν το κάνω επίτηδες. Χαμογελάω
όσο πιο συχνά μπορώ. Ειδικά όταν δεν πονάω πολύ. Όταν πονάω δεν είναι
εύκολο ούτε να χαμογελάω, ούτε να μιλάω. Τότε κλαίω. Στα μουλωχτά κυρίως. Παλιά
έκλαιγα φανερά αλλά μετά από μένα, έκλαιγε και η μαμά μου κι εγώ
στεναχωριόμουν. Έτσι αποφάσισα να το κόψω.
Το δωμάτιο μου είναι μικρό αλλά ζεστό. Στολισμένο με τα πιο
αγαπημένα μου χρώματα και γεμάτο παιχνίδια. Τόσα που αν ήθελες, άνοιγες μαγαζί.
Έτσι λένε όσοι έρχονται να με δουν. Η αλήθεια είναι πως τώρα τελευταία απέκτησα
τόσα πολλά. Παλιότερα δεν έπαιρνα όλα όσα ζητούσα. Τώρα τελευταία, όμως, οι
γονείς μου, μου αγοράζουν πράγματα χωρίς να τα ζητήσω.
Ας πούμε, χθες το πρωί, αφού τελειώσαμε την καθιερωμένη
πρωινή μας βόλτα σε εκείνο το κτίριο, εγώ ζαλιζόμουν και ήθελα να ξαπλώσω στο
κρεβάτι μου όσο πιο γρήγορα γινόταν. Ο
μπαμπάς μου, όμως, σταμάτησε και μου αγόρασε μια σοκολάτα τεράστια. Χωρίς ποτέ
να τη ζητήσω, το καταλαβαίνεις; Κανείς δε μου είπε να τη φάω μετά το
φαγητό. Μπορούσα αν ήθελα να τη καταβροχθίσω εκείνη τη στιγμή στο δρόμο για το
σπίτι.
Νομίζω πως όλα τα κάνουν για να με βλέπουν να χαμογελάω.
Προσπαθώ, αλήθεια. Δε μπορώ, όμως, να χαμογελάω μόνη μου όλη μέρα. Χρειάζομαι
και παρέα. Και τα παιχνίδια μου θέλουν παρέα. Εγώ όλο τα ίδια παραμύθια τους
λέω. Ενώ αν ερχόντουσαν οι φίλες μου, όλα θα ήταν καλύτερα.
Δεν καταλαβαίνω γιατί δε μπορώ να τις βλέπω όπως παλιά.
Βλέπεις παλιά πήγαινα καθημερινά σχολείο. Εντάξει, δε μου άρεσε πάντα, αλλά
τουλάχιστον πήγαινα. Έβλεπα τα παιδιά, έπαιζα, τσακωνόμουν και μετά έπρεπε να
διαβάσω όσο κι αν βαριόμουν. Πάνε κι αυτά εδώ και λίγο καιρό.
Δεν
επιτρέπεται πια να πηγαίνω σχολείο, να τρέχω, να λαχανιάζω, να παίζω. Γενικά
δεν κάνει να κουράζομαι. Όλο να ξεκουραστώ μου λένε. Δεν
καταλαβαίνουν πως εγώ εδώ μέσα κουράζομαι. Τί να κάνω όλη μέρα μέσα στο σπίτι;
Τα παιδιά πρέπει να βγαίνουν βόλτα και να χοροπηδάνε για να κουράζονται και να
πέφτουν για ύπνο. Εκεί είχαμε καταλήξει με τη φίλη μου, τη Μαίρη. Πάει κι
εκείνη. Έχω να τη δω από τότε που την έφεραν οι γονείς της στο νοσοκομείο να με
δει.
Από τότε άλλαξαν όλα. Από τότε που άρχισα να πονάω και με
πήγανε για εξετάσεις. Βρήκαν κάτι μέσα
μου που το λένε καρκίνο. Εγώ μόνο το ζώδιο ήξερα κι αυτό επειδή είναι το
ζώδιό μου. Αυτό είναι κάτι άλλο που ζει μέσα σου και κάποιες φορές σε κάνει να
πονάς. Αν, όμως, είσαι χαμογελαστός, πηγαίνεις στο γιατρό και παίρνεις τα
φάρμακά σου, θα φύγει. Έτσι κι εγώ πάω συχνά στο νοσοκομείο και κάνω ό,τι μου
λένε.
Πριν
λίγο καιρό μου είπανε πως θα χάσω τα μαλλιά μου για λίγο καιρό. Τσαντίστηκα.
Όλα θα τα έκανα αλλά τα μαλλιά μου δεν ήθελα να πάνε πουθενά. Θα
έμοιαζα με αγόρι και θα με κορόιδευαν τα άλλα παιδιά. Άσε που ο μπαμπάς μου τα
λατρεύει τα μαλλιά μου. Μου τα χαϊδεύει κάθε βράδυ πριν κοιμηθώ και
αποφασίζουμε πως θα τα φτιάξουμε την άλλη μέρα. Τώρα διαλέγουμε πολύχρωμα
μαντήλια με κινούμενα σχέδια. Κι αυτά καλά είναι, αλλά όχι σαν τις κορδέλες
μου.
Οι δικοί μου λένε να μη μιλάμε για τρίχες. Καταλαβαίνω πως
στεναχωριούνται όταν με κοιτάνε. Τότε είναι που βάζω τα δυνατά μου και τους
δείχνω το πιο ωραίο μου χαμόγελο για να χαμογελάσουν κι εκείνοι.
Από
τότε που αρρώστησα δε γελάνε πια. Μάλλον γελάνε αλλά όχι φυσικά. Γελάνε αλλά τα
μάτια τους όχι. Κι όλο μιλάνε μουρμουριστά και τρέχουν πίσω
μου να δουν εάν θέλω κάτι. Ποτέ δε με αφήνουν μόνη μου. Μην τυχόν και μου
συμβεί τίποτα και δεν το προλάβουν.
Φοβούνται. Το νιώθω. Τους λέω να μη φοβούνται. Εγώ δε
φοβάμαι. Ξέρω πως είμαι παιδί και κανείς τους δεν με παίρνει στα σοβαρά αλλά να
ξέρετε πως τα παιδιά είναι πιο δυνατά απ’ τους μεγάλους. Πλέον το ξέρω. Δεν με
πειράζουν τα φάρμακα, οι πεταλουδίτσες στο χέρι και το γυμνό μου κεφάλι. Τα
μάτια με πειράζουν.
Θέλω να χαμογελούν. Τα μάτια!
από την Κατερίνα Χήναρη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου